18.5 C
Trikala
Δευτέρα, 20 Μαΐου, 2024

Μεγαλείο ψυχής ελληνίδων μανάδων (άρθρο)

Του Κων/νου Β. Παυλάκου,
π. Σχολικού Συμβούλου Φιλολόγων

- Advertisement -

 

Α΄

Σε ένα χωριό, τα Μεσκλά (της Κρήτης), είδα μια μάνα που της είχαν σκοτώσει τους δυό γυιούς της, γιατί είχε σπίτι της κι έκρυβε 8 μήνες δυό Άγγλους στρατιώτες. Το μάθαν οι Γερμανοί κ’ ήρθαν, της έκαψαν το σπίτι, της σκότωσαν τους γυιούς της, και τώρα στέκουνταν απόξω από τα χαλάσματα λιγνή, χαροκαμένη, με μάτια όλο φλόγα, και μου μιλούσε:

-Το ίδιο βράδυ που σκότωσαν τους γιούς μου, πέρασαν, νύχτα βαθειά δυό Εγγλέζοι που τους κυνηγούσαν οι Γερμανοί. Κάπνιζε ακόμα το σπίτι μου, μα εγώ είχα τρυπώσει σε μια γωνιά και έκλαιγα. Με άκουσαν οι Εγγλέζοι, ζύγωσαν. Ψωμί! μου φώναξαν, ψωμί! Οι χωριανοί μου είχαν δώσει μια κουλούρα κριθαρόψωμο, μα εγώ δεν είχα όρεξη να φάω, δεν κατέβαινε η μπουκιά από το λαιμό μου. Τους έδωκα το ψωμί. Κρύωναν· τους έδωκα και μια κουβέρτα, που μου είχαν δώσει· βγήκα από τη γωνιά, τους έβαλα να κοιμηθούν.

-Γιατί τα ’καμες όλα αυτά; ρώτησα. Οι Εγγλέζοι δε φταίγαν που σκότωσαν τους γυιούς σου;

-Το ’καμα, αποκρίθηκε, γιατί είχαν κι αυτοί μανάδες, και κατέχω ίντα θα πει πόνος της μάνας.

Ανθρωπιά μεγάλη είναι τούτη· η μεγάλη ψυχή νικάει τον πόνο τον ατομικό και τον πιο φοβερό· άκουγα τη γρηά και τα μάτια μου βούρκωναν. 1946, ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ [Νίκος Καζαντζάκης, Η ΚΡΗΤΗ. Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τεύχος 779/ 25 Δεκεμβρίου 1959, σελ. 41]

 

Β΄

ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ (ΜΑΛΕΜΕ)

Εξομολογείται ο μεγάλος Γερμανός συγγραφέας Έρχαρτ Καίστνερ: Στα 1952 πήγα για πρώτη φορά, μετά τον πόλεμο, στην Αθήνα. Η γερμανική πρεσβεία, όταν άκουσε πως είχα πρόθεση να πάω στην Κρήτη, μου συνέστησε, επειδή ήταν πολύ νωρίς ακόμα και οι πληγές από την γερμανική κατοχή ανεπούλωτες, να λέω πως είμαι Ελβετός. Αλλά εγώ τους ήξερα τους Κρήτες. Από την πρώτη στιγμή είπα πως ήμουν Γερμανός και όχι μόνο δεν κακόπαθα αλλά ξανάζησα παντού όπου πέρασα τη θρυλική κρητική φιλοξενία.

Ένα σούρουπο καθώς ο ήλιος βασίλευε, πλησίασα το γερμανικό νεκροταφείο: έρημο με μόνον σύντροφο τις τελευταίες ηλιαχτίδες. Έκανα όμως λάθος. Υπήρχε εκεί και μια ζωντανή ψυχή, ήταν μια μαυροφορεμένη ηλικιωμένη γυναίκα. Με μεγάλη μου έκπληξη την είδα ν’ ανάβει κεριά στους τάφους των Γερμανών νεκρών του πολέμου και να πηγαίνει μεθοδικά από μνήμα σε μνήμα. Την πλησίασα και ρώτησα: Είστε από εδώ; «Μάλιστα». Και τότε γιατί το κάνετε αυτό; Οι άνθρωποι αυτοί σκότωσαν τους Κρητικούς. Η απάντηση μόνο στην Ελλάδα -γράφει ο Καίστνερ- θα μπορούσε να δοθεί. «Παιδί μου, είπε, από την προφορά σου φαίνεσαι ξένος και δε θα γνωρίζεις τι συνέβη εδώ στα ’41 με ’44. Ο άντρας μου σκοτώθηκε στη μάχη της Κρήτης κι έμεινα με τον μονάκριβο γιο μου. Μου τον πήραν οι Γερμανοί όμηρο στα 1943 και πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, στο Σαξενχάουζεν. Δεν ξέρω πού είναι θαμμένο το παιδί μου. Ξέρω όμως πως όλα τούτα ήταν παιδιά μιας κάποιας μάνας, σαν κι εμένα. Και ανάβω στη μνήμη τους, επειδή οι μάνες τους δεν μπορούν να ’ρθουν εδώ κάτω. Σίγουρα μια άλλη μάνα θα ανάβει το καντήλι στη μνήμη του γιου μου. [Περιοδικό «Ταχυδρόμος», αριθμ. Τεύχους 1345/7/2/1980, σελ. 36 και 39]

 

 

Array

 

Δείτε όλα τα βίντεο στο WEBTV του trikalaola.grClick στην TV
Συγκεντρωμένα όλα ΕΔΩ