21.6 C
Trikala
Δευτέρα, 20 Μαΐου, 2024

ΠΟΕΣΥ κατά Ντογιάκου: «Η δημοσίευση είναι ψυχή της δικαιοσύνης»

Σάλο έχουν προκαλέσει οι δηλώσεις του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρου Ντογιάκου στις οποίες, στην ουσία, εγκαλεί και απειλεί δημοσιογράφους με φορολογικούς ελέγχους.

- Advertisement -

Οι δημοσιογραφικές Ενώσεις της χώρας αντέδρασαν έντονα, στρέφοντας τα βέλη τους κατά του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με μια κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν.

«Ο Τύπος, όπως και η Δικαιοσύνη αποτελούν πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος», τονίζουν στην ανακοίνωσή τους. «Η θεσμική λειτουργία του Τύπου δεν μπορεί να τίθεται εν αμφιβόλω από κανέναν και πολύ περισσότερο από εισαγγελικούς λειτουργούς», προσθέτουν στη συνέχεια.

«Κανένας δεν βρίσκεται πάνω από τον νόμο», καταλήγει η ανακοίνωση των δημοσιογραφικών Ενώσεων.

Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«O Τύπος είναι ελεύθερος. H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται». Σύνταγμα της Ελλάδος, άρθρο 14 § 2.

Με αφορμή τις δηλώσεις του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ι. Ντογιάκου, αναφορικά με τα ΜΜΕ είμαστε υποχρεωμένοι να υπενθυμίσουμε προς κάθε κατεύθυνση, ότι ο Τύπος, όπως και η Δικαιοσύνη αποτελούν πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η διασφάλιση δε του ρόλου του Τύπου, ως μηχανισμού ελέγχου και άσκησης κριτικής σε κάθε μορφής εξουσία, αποτελεί δείκτη της ποιότητας της Δημοκρατίας κάθε ευνομούμενης πολιτείας.

Στο πλαίσιο αυτό, κανείς δεν δικαιούται να αμφισβητήσει την σημασία της άσκησης κριτικής, να λησμονεί, ότι ο Τύπος σε πλειάδα περιπτώσεων έχει συμβάλει ουσιαστικά στην αποκάλυψη παράνομων ενεργειών, που σε αντίθετη περίπτωση κινδύνευαν να παραμείνουν ατιμώρητες ούτε βεβαίως, ότι παγκοσμίως υπήρξαν χιλιάδες δημοσιογράφοι, που διώχθηκαν, τιμωρήθηκαν και έχασαν την ζωή τους*, στο πλαίσιο της άσκησης του λειτουργήματος τους. Και πάνω από όλα, κανείς, δεν μπορεί να επιφυλάσσει για τον εαυτό του ή τον κλάδο, τον οποίο υπηρετεί, μια άτυπη μορφή ασυλίας απέναντι στην δημόσια κριτική. Είναι δε προφανές, ότι η όποια κριτική, πρέπει να σέβεται τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, να είναι αμερόληπτη και να στηρίζεται σε στοιχεία και αποδείξεις.

Η θεσμική λειτουργία του Τύπου δεν μπορεί να τίθεται εν αμφιβόλω από κανέναν και πολύ περισσότερο από εισαγγελικούς λειτουργούς, οι οποίοι οφείλουν να ενεργούν με αντικειμενικότητα και αμεροληψία και να προασπίζονται την νομιμότητα. Γενικού περιεχομένου δηλώσεις, όπως αυτές, που ακούστηκαν στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, θίγουν έναν ολόκληρο κλάδο και προκαλούν δικαιολογημένα κατά την άποψη μας, την εντύπωση μίας αδικαιολόγητης γενικευμένης στοχοποίησης. Για την ΠΟΕΣΥ και τις Ενώσεις Συντακτών είναι απολύτως σαφές, ότι κανένας δεν βρίσκεται πάνω από τον νόμο. Αντίστοιχα, ωστόσο, κανείς δεν εξαιρείται από την άσκηση κριτικής. Και αυτό αποτελεί στοιχείο της δημοκρατίας, του πλουραλισμού και της ελευθεροτυπίας.

Τέλος, θυμίζουμε τον διαχρονικό υπέρτιτλο από τα «Ελληνικά Χρονικά» του Ιωάννη Ιάκωβου Μάγερ «Η δημοσίευση είναι ψυχή της δικαιοσύνης».

*67 λειτουργοί της ενημέρωσης δολοφονήθηκαν το 2022, σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων (International Federation of Journalists-IFJ).

Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Ντογιάκος στράφηκε κατά των ΜΜΕ, κατά τον χαιρετισμό του στη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Ένας εκτεταμένος φορολογικός έλεγχος σε αυτούς τους ολίγους θα αποκαλύψει πολλά και ενδιαφέροντα σχετικά με τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες», μιλώντας για μέσα που όπως είχε προηγουμένως αναφέρει «στην πράξη υποβαθμίζουν την ιδιότητά τους αυτή και την ευτελίζουν υπογράφοντας ψευδή και συκοφαντικά δημοσιεύματα με χυδαίο περιεχόμενο και λεξιλόγιο».

Αναλυτικά οι δηλώσεις Ντογιάκου που προκάλεσαν αντιδράσεις
«Αυτές τις μέρες παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και εντυπωσιασμό τις ενέργειες των αρμόδιων δικαστικών και αστυνομικών αρχών του Βελγίου στην υπόθεση της Ελληνίδας ευρωβουλευτού και αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οι ανακριτικές πράξεις των Αρχών αυτών χαρακτηρίστηκαν αστραπιαίες και πράγματι είναι. Σύμφωνα, όμως, με δημοσιεύματα του βελγικού αλλά και του λοιπού ευρωπαϊκού Τύπου η υπόθεση αυτή δεν οργανώθηκε, δεν εκτυλίχθηκε ούτε ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα, αλλά δουλεύτηκε από τον προηγούμενο χρόνο και συγκεκριμένα από τον Ιούλιο του έτους 2021 από τις αρμόδιες αρχές μεθοδικά και με απόλυτη μυστικότητα σε συνεργασία μάλιστα με μυστικές υπηρεσίες και άλλων πέντε Ευρωπαϊκών χωρών, όπως γράφτηκε.

Είναι βέβαιο ότι αν μελετήσουμε σωστά και ψύχραιμα αυτά τα γεγονότα, ασφαλώς και θα αντλήσουμε πολύτιμα και χρήσιμα συμπεράσματα για τον τρόπο και τη μέθοδο των ξένων δικαστικών αρχών. Και δεν μπαίνω στον πειρασμό να σχολιάσω τις δηλώσεις του Βέλγου Εισαγγελέα που χειρίζεται την υπόθεση, μιας χώρας που δεν κατηγορείται για δημοκρατικό έλλειμμα. Τι δήλωσε; “Χωρίς τις υποκλοπές δεν αντιμετωπίζεται το έγκλημα”.

Επομένως, κάθε προσπάθεια υποβάθμισης της χώρας μας με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με μία εύκολη σύγκριση των Ελληνικών δικαστικών αρχών με τις δικαστικές αρχές του Βελγίου υπό διαφορετικά δικονομικά συστήματα είναι τουλάχιστον άδικη. Κάθε χώρα κινείται με το δικό της δικαστικό σύστημα και με τους δικούς της μηχανισμούς. Ασφαλώς και δεν αμφισβητούνται οι καλές προθέσεις όλων εκείνων που από οποιαδήποτε θέση κι αν υπηρετούν τη Δικαιοσύνη αγωνίζονται ως πραγματικοί εργάτες για το καλό της και καταβάλλουν για τη βελτίωσή της όσες προσπάθειες μπορεί ο καθένας ανθρωπίνως να προσφέρει. Και οι προσπάθειες και οι αγώνες και τα λάθη αυτών των ανθρώπων είναι φυσιολογικά, καλοδεχούμενα και συγχωρητέα, γιατί είναι καλοπροαίρετα και εντός των ορίων των δυνατοτήτων τους. Τόσο μπορούν, τόσο προσφέρουν.

Δεν είναι ανεκτές οι συμπεριφορές κάποιων άλλων, κατά κανόνα εκτός Δικαιοσύνης, που δήθεν κόπτονται για το καλό της. Σε κάθε ευκαιρία και με κάθε ευκολία τη συκοφαντούν και την κατακρεουργούν με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο. Δεν είναι δυνατόν μια μερίδα του Τύπου, εκμεταλλευόμενη έναν ουσιαστικά πλήρως αναποτελεσματικό νόμο περί Τύπου, να στρέφεται και να βυσσοδομεί όποιον κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του δεν ενεργεί σύμφωνα με τις επιθυμίες της, τις υποδείξεις της ακόμα και τις επιταγές της. Δεν είναι άξιοι κάποιοι να φέρουν τον κάποτε άκρως τιμητικό τίτλο και ιδιότητα του εκδότη εφημερίδων ή περιοδικών. Κρατούν για τον εαυτό τους και μόνο ως επτασφράγιστο μυστικό το οικονομικό τους υπόβαθρο με βάση το οποίο έγιναν εκδότες. Στην πράξη υποβαθμίζουν την ιδιότητά τους αυτή και την ευτελίζουν υπογράφοντας ψευδή και συκοφαντικά δημοσιεύματα με χυδαίο περιεχόμενο και λεξιλόγιο. Ίσως, όμως, ένας εκτεταμένος φορολογικός έλεγχος σε αυτούς τους ολίγους θα αποκαλύψει πολλά και ενδιαφέροντα σχετικά με τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες. Δεν είναι δυνατόν να χλευάζουν και να απαξιώνουν δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς συγκρίνοντας αυτούς με δικαστές και εισαγγελείς χωρών του εξωτερικού με διαφορετικά δικονομικά συστήματα έναντι των οποίων, κατά τη γνώμη τους, υπολείπονται κατά πολύ των ξένων.

Για να έχουν όμως αυτό το ηθικό δικαίωμα πρέπει προηγουμένως να μεταβούν οι ίδιοι στις χώρες που φαντάζονται ότι λειτουργούν τέλεια δικαστικά συστήματα για να δοκιμάσουν εκεί τις δυνάμεις τους και να συγκριθούν και εκείνοι με τους εκεί συναδέλφους τους. Μετά ας έρθουν να μας πουν τα αποτελέσματα.

Ασφαλώς σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του εξωτερικού οι αρμόδιες Αρχές δεν θα τούς επέτρεπαν να υβρίζουν και να συκοφαντούν ούτε να δίνουν οδηγίες και να πιέζουν μέσω των εντύπων που διευθύνουν τους αρμόδιους δικαστές για τη διενέργεια συγκεκριμένων ανακριτικών πράξεων και έκδοση αρεστών σε αυτούς αποφάσεων. Ούτε και να τούς επισκέπτονται στα γραφεία τους και να τούς πιέζουν και να τούς απειλούν. Σίγουρα θα επέστρεφαν με το ίδιο εισιτήριο εκεί όπου ξεκίνησαν, γιατί μόνο σε ένα τέτοιο περιβάλλον άρρωστο μπορούν να επιβιώσουν.

Όποιος μέσα στο περιβάλλον αυτό αναγνωρίσει τον εαυτό του, ας μας πει τις απόψεις του, αν και το πιθανότερο είναι ότι θα συμπεριφερθεί δυναμικά και κυρίως δημοκρατικά με κάποιο λιβελογράφημα σε βάρος όποιου δεν συμφωνεί μαζί του.

Αλλά πέραν των προβλημάτων στις σχέσεις μεταξύ Τύπου και Δικαιοσύνης δεν πρέπει να παραθεωρείται ότι σημαντικές διαφορές αντίληψης και νοοτροπίας υπάρχουν μεταξύ Δικαιοσύνης και Πολιτικής, οι οποίες καταλήγουν σε θεσμικές συγκρούσεις μεταξύ τους και ενίοτε επιφέρουν αδικαιολόγητες αντιδράσεις των πολιτικών κομμάτων και των στελεχών τους. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούν ότι ο δρόμος όπου είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί η Δικαιοσύνη είναι μονοσήμαντος με οδηγό πάντοτε τις διατάξεις που η Βουλή των Ελλήνων θεσπίζει και απαιτεί να εφαρμοστούν, δηλαδή τα ίδια τα πολιτικά κόμματα».

Array

 

Δείτε όλα τα βίντεο στο WEBTV του trikalaola.grClick στην TV
Συγκεντρωμένα όλα ΕΔΩ