18.3 C
Trikala
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024

ΤΟ ΧΩΜΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΑΓΑΠΗ…

Ευχαριστίας θέλημα θα ήταν να ακροβατεί ο άνθρωπος του τιποτένιου χώματος στο φως. Αλλά το ευτελές υλικό που σήμανε την ύπαρξη του και έδωσε σχήμα στην υπόσταση του δεν θα δει ποτέ φως όταν θα θέλει να βλέπει και όχι να βιώνει.

- Advertisement -

Η έμπονη αγάπη είναι το υψηλότερο κατόρθωμα. Εξάλλου το να φτάσει για όλους στον Σταυρό ήταν απόρροια της αγάπης. Αν δεν ήταν αγάπη δεν θα ήταν Σταυρός. Και αν δεν ήταν Ανάσταση δεν θα ήταν αγάπη. Σκιά, απατηλά όνειρα και εκμηδενισμός της φαινομενολογικής παρουσίας στη σκιά της ύπαρξης. Το χώμα πρέπει να δεχτεί το νερό. Η θυσία πρέπει να δεχτεί την αγάπη. Αν η μεταποιητική εμφάνιση του εν δυνάμει αφορίσει την εν ενεργεία ολοκλήρωση, πιστεύω αθεράπευτα και αιρετικά ότι το παραγόμενο εκ του μη όντος αναλώνεται στη φαντασία του να γίνεσαι.

Αν δεν μπολιάσεις το αρχικό με τη δημιουργική έκφραση (αγάπη, διάκριση, υπομονή, ταπείνωση) πως το γεγενημένο θα θυμίζει την εσχατολογική προοπτική του αρχικού; Δηλαδή αυτό που δεν είναι να γίνει αυτό που είναι επειδή ακριβώς δεν είναι. Και δεν είναι στη σκιά και στην εικόνα όπως επιτάσσει το μαξιμιανό τρίπτυχο. Είναι όμως στην αλήθεια, δηλαδή στο έσχατο αποτέλεσμα της οντολογικής πραγμάτωσης της σκιάς και της αλήθειας. Αν είναι να αυτοϊκανοποιούμαστε στην αφασιακή αμηχανία μιας ειδωλολατρικής εικόνας ας μείνουμε χώμα. Αν πάλι μας ερεθίζει η καλλιτεχνία της περατότητας που για να φτάσει να υπάρχει ως γεγονός του επέκεινα δημιουργείται στο πέρασμα μιας πρωταρχικής και σταδιακής διαδικασίας, αξίζει το χώμα να γίνει αγάπη. Και αξίζει να βιώσουμε το είναι του χώματος και το πώς της αγάπης.

Αρχίζει ήδη να σκιαγραφείται μία πορεία που μόνο εύκολη δεν είναι. Εξάλλου αμφιβάλλω αν υπάρχει εύκολο πέρασμα. Το δέντρο για να μεγαλώσει και να αποκτήσει γερά θεμέλια πρέπει να πνιγεί στο χώμα και στις καταιγίδες θα πει ο Νίτσε. Το χώμα όμως γιατί να θυμίζει κάτι που προκαλεί αδιαφορία; Χώμα είναι και χώμα παραμένει. Κι ο άνθρωπος; Χώμα είναι και χώμα γίνεται. Γεννιέται για να περάσει στην αιωνιότητα μέσα από την κατάργηση της φθαρτότητας. Υλικός εκμηδενισμός ή αγιασμός της ύλης;

Αυτό το χώμα έχει αδιάφορη μυρωδιά. Έχει όμως ευχάριστη ευωδία όταν οι σταγόνες σμίξουν με το σώμα του και ο αέρας αναστατώσει το γύρω μας στην αναζήτηση ερεθισμάτων. Δεν ευωδιάζει περίεργα αλλά συνάμα ευχάριστα όταν βρέχει και αυτό το δέσιμο χώματος και βροχής τυλίγει τον αέρα στις ηδονικές του ανάσες. Κι αν ήταν μέχρι εκεί δεν θα αντιλαμβανόμαστε τίποτε απολύτως. Απεναντίας δεν κρατάει για τον εαυτό του το αποτέλεσμα, αλλά το φέρνει στις αισθήσεις μας. Έτσι αναγνωρίζουμε στον αέρα την καλοσυνάτη παρουσία αυτής της ένωσης που μας την προσφέρει για μία επέκταση. Αλληγορικά αλλά επεξηγηματικά.

Χώμα, άνθρωπος. Αγάπη, Χριστός. Με βάση τις πέντε λέξεις του τίτλου και την μαθηματική εξίσωση της προηγούμενης σειράς ο άνθρωπος έγινε Θεός. Ποιος τολμάει να φέρει αντίρρηση στην πραγματικότητα αυτή; Ποιος τολμάει να πει ως άλλος νεοπλατωνικός ότι ο Θεός ως τέλειο ον δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τον άνθρωπο που είναι δηλωτικός μιας έλλειψης, η οποία είναι και ξένη και αθεράπευτα αταίριαστη με τον Θεό; Ίσως μερικές φορές το δεδομένο δεν αφήνει στον άνθρωπο τη γεύση μιας ευεργετημένης ευλογίας. Θέλω να πω πως το να θεωρούμε κάποια γεγονότα, κάποιες καταστάσεις δεδομένες μας τυφλώνει να δούμε το ύψος και το βάθος της ευεργεσίας που δημιούργησε μία χωρίς μέτρο θεία κένωση, ένα χωρίς όρια θείο έλεος.

Δεν είμαι από εκείνους που παντού θα δουν σκιές, τραύματα, εχθρούς, συνωμοσίες, προδοσίες. Επικαλούμενος τον Τάσο Λειβαδίτη και Το θλιμμένο γραμματοκιβώτιο συμφωνώ πως όταν ο Θεός μοίρασε τον κόσμο, τα παιδιά πήρανε τις γωνιές των δρόμων κι ο διάβολος τις πιο ωραίες λέξεις. Εμείς του το επιτρέψαμε. Τις δαιμονοποιήσαμε και εγκληματήσαμε εις βάρος τους ως κατεξοχήν ανέραστοι. Και κάθε τι που είναι ομορφιά κι έρωτας έγινε τραύμα στο σώμα της ανθρώπινης ψυχής. Λήθη συνάμα και αμαρτία. Αυτό οδήγησε τη γνήσια ευλάβεια σε επιζήμιο ευλάβεια κατά το λόγο του Κύριλλου Αλεξανδρείας. Η πραγματική αφαίμαξη συντελέστηκε στα όρια μιας ειδωλολατρικής ανθρωπολογίας που υποτιμά το πρόσωπο, αναλώνοντας κάθε εγχείρημα επαναπροσδιορισμού στα πλαίσια μιας ηλίθιας απολογητικής που κάνει τον άνθρωπο να δείχνεται αντί να δείχνει. Και σ’ αυτό δεν φταίει αποκλειστικά ο διάβολος των παραπάνω σειρών, αλλά η συνήθεια του φοβισμένου ανθρώπου να πιστεύει πως η σωτηρία είναι απλησίαστη υπόθεση.

Το χώμα δεν έγινε αγάπη και δεν έγινε Θεός από μόνο του. Έβρεξε καταιγίδες, άστραψε εκκωφαντικά, πλημμύρισε ασταμάτητα για να μπορέσει να προσλάβει με πόνο την αγάπη. Η ασκητική αυτή έχει το χάρισμα να νεκρώνει αλλά και θαυματουργικά να ζωοποιεί. Το να νεκρωθούν τα γεγυμνασμένα αισθητήρια της ψυχής, αυτό δεν απομονώνει τον άνθρωπο στην προσωπική του εξορία. Το εικόνισμα της υπομονής, το καντήλι της αγάπης, το λάδι της ταπείνωσης και το κομποσχοίνι της διάκρισης κάνουν το φως που φέγγει στο επιβλητικό σκοτάδι της ψυχής ελπίδα και την ελπίδα πίστη και την πίστη αγάπη. Κι αν κάτι μπορεί να σώσει είναι ο Θεός. Τίποτε άλλο. Τα υπόλοιπα αιωρούνται ως στολίδια ενός δέντρου που έχει τη βάση του στον ανθρωπισμό της Δύσης και όχι στη θεολογία της Ορθόδοξης Ανατολής. Είναι ξεκάθαρο. Ο άνθρωπος πλάστηκε για τη Βασιλεία των Ουρανών και όχι για τη Βασιλεία των ανθρώπων.

Τούτη η γη ήταν αχανής, το αίμα και οι εποχές συγχέονταν μέσα της, ο χρόνος γινόταν ρευστός. Η ζωή εδώ ήταν ζυμωμένη με τη γη, και για να ενσωματωθείς σ’ αυτήν θα ’πρεπε να πλαγιάσεις και να κοιμηθείς για χρόνια και χρόνια πάνω στο λασπερό ή ξερό χώμα (Albert Camus, Η Εξορία και το Βασίλειο).

 

Σ’ εκείνους που έπλασαν το χώμα τους

στην αγάπη του εραστού Θεού.

 

 

Ηρακλής Φίλιος

Array

 

Δείτε όλα τα βίντεο στο WEBTV του trikalaola.grClick στην TV
Συγκεντρωμένα όλα ΕΔΩ