23.2 C
Trikala
Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024

ΛΕΞΕΙΣ που προέρχονται από ΚΥΡΙΑ ονόματα (άρθρο)

Του Κων/νου Β. Παυλάκου,
π. Σχολικού Συμβούλου Φιλολόγων

- Advertisement -

 

  • αβδηριτισμός : ανοησία, ηλιθιότητα. Από την πόλη Άβδηρα, τα, πόλη της Δυτικής Θράκης. Σχόλιο: Παρά το γεγονός ότι διάσημοι άνδρες, όπως οι φιλόσοφοι Δημόκριτος και Πρωταγόρας οι Αβδηρίτες είχαν γίνει στόχος περιπαικτικών σχολίων. Τον 4ο αι. μ.Χ. ο Φιλόγελως συγκέντρωσε πολλά ανέκδοτα για τους Αβδηρίτες, τα οποία τους παρουσίαζαν ανόητους και απαίδευτους.
    Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο: Αβδηρίτης τον πατέρα τελευτήσαντα κατά τον νόμον καύσας, δραμών εις την οικίαν προς την μητέρα αυτού νοσούσαν είπεν. Ολίγα έτι περιττεύει ξύλα· εάν ουν βούλει και δύνασαι, τοις αυτοίς κατακαύθητι. Δηλ. ένας Αβδηρίτης, αφού ο πατέρας του πέθανε και τον έκαψε σύμφωνα με το έθιμο, έτρεξε στο σπίτι προς την άρρωστη μητέρα του και της είπε. Λίγα ακόμη ξύλα περισσεύουν· αν θέλεις και μπορείς, καύσου και εσύ με τα ίδια.
  • Αλεξανδρινή (περίοδος) – Αλεξανδρινοί Χρόνοι [Από 323 π.Χ. (έτος θανάτου Μ. Αλεξάνδρου) – 146 π.Χ. (αρχή Ρωμαιοκρατίας) δηλαδή 177 χρόνια.
  • Αριστοτελικός (ορισμός) Από τον φιλόσοφο Αριστοτέλη (384-322 π.Χ.) Αριστοτελική (λογική)
  • Αρχιμήδειος (αρχή)· είναι ο φυσικός νόμος της ανώσεως στην υδροστατική. Από τον Συρακούσιο Αρχιμήδη (287-212 π.Χ.), μια πολυσύνθετη προσωπικότητα (μαθηματικός, εφευρέτης, μηχανικός, αστρονόμος).
  • Αύγουστος (όγδοος μήνας του έτους) Από τη λατ. λέξη Augustus(= σεβαστός) προσωνυμία που αποδόθηκε το 27 π.Χ από τους Ρωμαίους στον αυτοκράτορα Οκταβιανό.
  • Βανδαλισμός: καταστροφή κάθε δημιουργήματος του ανθρωπίνου πνεύματος και μόχθου. Καλύπτει κάθε τάση καταστροφής των έργων πολιτισμού, είτε σε περιόδους πολιτικής κρίσης, είτε σε περιόδους θρησκευτικού φανατισμού (εικονομαχία, θρησκευτικοί πόλεμοι κ.α). Από τη λ. Βάνδαλοι, ονομασία διαφόρων βαρβαρικών φύλων γερμανικής καταγωγής, που έκαναν αισθητή την παρουσία τους στη ζωή του Δυτ. Ρωμαϊκού κράτους κατά τον 5ο και 6ο  κυρίως αιώνα.
  • Βικτωριανός– «Βικτωριανή Εποχή». Από την Βικτωρία Α΄ (1819-1901), βασίλισσα της Αγγλίας που εβασίλευσε 64 έτη (1837-1901)· η περίοδος της βασιλείας της κατέχει μια από τις λαμπρότερες σελίδες της ιστορίας του Βρετανικού Έθνους.
  • Βολτ, το, (άκλιτο) μονάδα μετρήσεως της τάσεως του ηλεκτρικού ρεύματος. Από τον Ιταλό φυσικό Volta (1745-1827), ο οποίος το 1800 εφεύρε την ηλεκτρική στήλη, την πρώτη συσκευή παραγωγής ρεύματος.
  • Βουδισμός: θρησκευτική και φιλοσοφική διδασκαλία του Βούδα που σημαίνει «σοφός». Ινδός ασκητής, 5ος αι. π.Χ.
  • Βουλκανιζατέρ: συσκευή συγκολλήσεως ελαστικών με θερμό ατμό. Από το λατ. Vulcanus, “ο θεός Ήφαιστος” που ήταν ο θεός της φωτιάς.
  • Βυζάντιον : Αρχαία πόλη της Θράκης επί του Βοσπόρου, που αποικίστηκε το 667 π.Χ. από τους Μεγαρείς, οι οποίοι είχαν αρχηγό τους τον Βύζαντα. Το 330 π.Χ. ο Μ. Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσα του Ανατ. Ρωμαϊκού κράτους στο Βυζάντιο και ίδρυσε επί της θέσεώς του τη νέα πόλη, η οποία ονομάστηκε Κωνσταντινούπολη ή Νέα Ρώμη.
  • Βυρωνικός= ρομαντικός που ρέπει προς απαισιοδοξία· Βύρων (ή Μπάυρον), λόρδος, 1788-1824, Άγγλος ποιητής, που κατήλθε το 1823 στην Ελλάδα, πήρε μέρος στον Αγώνα και πέθανε από κακουχίες στο Μεσολόγγι, 19 Απρ. 1824.
  • Γαλιλαίου (τηλεσκόπιο). από τον Γαλιλαίο (1564-1642) Ιταλό μαθηματικό, φυσικό και αστρονόμο
  • Γρηγοριανό (ημερολόγιο). εγκαινιάστηκε το 1582 μ.Χ. από τον πάπα Γρηγόριο Η΄ αλλά γενικεύτηκε μόλις κατά τον 20ο αιώνα. Στην Ελλάδα το νέο αυτό ημερολόγιο εισήχθη το 1923. Το Ιουλιανό ημερολόγιο, το λεγόμενο «παλαιό ημερολόγιο», το οποίο καθιερώθηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα το 46 π.Χ. και ίσχυσε, σε πολλές περιπτώσεις, μέχρι τους νεοτέρους χρόνους.
  • Δαλτονισμός = μορφή αχρωματοψίας· από τον Άγγλο φυσικόχημικό John Dalton (1766-1844), ο οποίος έπασχε από αυτή τη διαταραχή.
  • Δαντικός από τον Δάντη (1265-1321), Ιταλό ποιητή που έγραψε την «Θεία Κωμωδία», η οποία αποτελείται από τρία μέρη: «Κόλαση» «Καθαρτήριο» «Παράδεισος»· «δαντική κόλαση», «δαντική φρίκη», που θυμίζουν περιστάσεις από την Κόλαση του Δάντη.
  • Δαρβινισμός: η ερμηνευτική θεωρία του μηχανισμού της εξέλιξης που διατυπώθηκε από τον Άγγλο φυσιοδίφη Κάρολο Δαρβίνο (1809 -1882)
  • Δατισμός: βαρβαρική χρήση ενεργητικών ρημάτων ως παθητικών π.χ. «χαίρομαι» αντί του ορθού «χαίρω». Προήλθε από το Δάτη, τον αρχηγό του περσικού στρατού, που ήρθε το 490 π.Χ να καθυποτάξει την Ελλάδα.
  • «δήλιον πρόβλημα» = άλυτο πρόβλημα. Από το όνομα της νήσου Δήλος (πρβλ. και δήλιος κολυμβητής= εξαίρετος, έμπειρος κολυμβητής.
  • δρακόντειος = πολύ αυστηρός, «δρακόντειος νόμος», «δρακόντεια μέτρα». Δράκων ονομαζόταν ο πρώτος νομοθέτης των Αθηνών κατά τον7ο π.Χ. αιώνα, ο οποίος επέφερε, πολιτικές μεταρρυθμίσεις και εισήγαγε αυστηρότατες ποινές.
  • ευκλείδειος (γεωμετρία): από τον Ευκλείδη, μαθηματικό από την Αλεξάνδρεια, που ήκμασε περί το 300 π.Χ
  • ζωροαστρισμός : θρησκεία της αρχαίας Περσίας, που πρώτος δίδαξε ο Ζαρατούστρας (Ζωροάστρης) 628-551 π.Χ. Η ουσία του είναι καθαρά πνευματική. Ο Ζαρατούστρας αποδίδει στον κόσμο οκτώ διαφορετικές αρχές: το Φως, το Αγαθό Πνεύμα, τη Δικαιοσύνη, την Κυριαρχία, την Ευσέβεια, τη Μεγαλοψυχία, την Υγεία και την Αθανασία. Στο τυπικό του μέρος ο ζωροαστρισμός διετήρησε την πυρολατρία και απαγόρευσε την απεικόνιση του θείου και την ανέγερση ναών.
  • Ηράκλειος (άθλος) από τον ήρωα Ηρακλή

Ηράκλεια (δύναμη) [Ηράκλειες Στήλες, δηλ, το Γιβραλτάρ]

  • ηροστρατισμός από το Ηρόστρατος, πυρομανής από την Έφεσο, ο οποίος το 356 π.Χ. πυρπόλησε τον ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος, έτσι… για να δοξαστεί..!
  • ηφαίστειο, από το Ήφαιστος, μυθικός θεός της φωτιάς. Είναι ουσιαστικοποιημένο επίθετο κατά παράλειψη των ουσιαστικών όρος, ενέργεια, κρατήρας κ.α.
  • Θυέστειον (δείπνον) : το δείπνο κατά το οποίον ο Ατρέας προσέφερε στον αδελφό του Θυέστη φαγητό παρασκευασμένο από τις σάρκες των παιδιών του
  • Θωμάς (άπιστος), ο Θωμάς ήταν ένας από τους 12 αποστόλους. Δεν επίστευσε στην είδηση της αναστάσεως του Ιησού, παρά μόνο αφού έθεσε το χέρι του στον τύπο των ήλων.
  • Θωμισμός: η διδασκαλία του Θωμά του Ακινάτου (1225-1274) κορυφαίου Ιταλού θεολόγου και φιλοσόφου, αγίου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Κατ’ αυτόν οι φυσικές αλήθειες είναι προκαταρκτική βαθμίδα της πίστεως
  • Ιανουάριος: ο πρώτος μήνας του έτους (στο δικό μας Γρηγοριανό ημερολόγιο και στο παλαιότερο Ιουλιανό), αφιερωμένος στον θεό Ιανό, θεό της Ρώμης, διπρόσωπος θεός του πολέμου και της ειρήνης· εθεωρείτο και θεός των πρώτων αρχών και αιτίων.
  • Ιγμόρειο, ιγμορίτιδα: οξεία ή χρόνια φλεγμονή των ιγμορείων άντρων, δηλαδή των κοιλοτήτων στο εσωτερικό των οστών της άνω γνάθου. Από το όνομα του Άγγλου ανατόμου Highmore (1614-1685).
  • Ιησουίτης: μοναχός του καθολικού τάγματος του Ιησού. Μεταφορικά, υποκριτής, δόλιος.
  • Ικαρία (νησί). Ικάριον (πέλαγος),Ικάρων Σχολή : Από τον Ίκαρο γιο του Δαίδαλου που δραπέτευσε από την Κρήτη ιπτάμενον δια πτερύγων αλλά έπεσε και πνίγηκε στο πέλαγος που φέρει το όνομά του
  • Ιούλιος , ο έβδομος μήνας του έτους (στο δικό μας Γρηγοριανό ημερολόγιο αλλά και στο παλαιότερο Ιουλιανό). Δόθηκε προς τιμήν του Ιουλίου Καίσαρος.
  • Ιούνιος, ο έκτος μήνας του έτους (στο δικό μας Γρηγοριανό ημερολόγιο και στο παλαιότερο Ιουλιανό). Μήνας αφιερωμένος στη θεά Juno (= Ήρα)
  • Ιουστινιάνειος κώδικας , Ιουστινιάνεια νομοθεσία : από τον Ιουστινιανό αυτοκράτορα του Βυζαντίου (527-565)
  • ιπποκρατική διδασκαλία, ιπποκρατικός όρκος, που δίνουν οι γιατροί: από τον Ιπποκράτη (469-399 π.Χ. από την Κω, πατέρα της επιστημονικής ιατρικής.
  • Ιώβεια (υπομονή) από τον Ιώβ, πρόσωπο της Π.Δ., γνωστό για τις μεγάλες του δοκιμασίες.
  • καδμεία (νίκη) = νίκη ακριβοπληρωμένη, ολέθρια και στον νικητή, όπως η του Ετεοκλή στην Καδμεία, την ακρόπολη των θηβών.
  • καισαρική (τομή) = η διάνοιξη της κοιλίας με εγχείρηση για την εξαγωγή του εμβρύου. Λέγεται ότι με τον τρόπο αυτό γεννήθηκε ο Ιούλιος Καίσαρ (101-44 π.Χ.) εξ ου και η τομή ονομάστηκε καισαρική.
  • καλάσνικοφ , από το επώνυμο του Ρώσου κατασκευαστή του οπλοπολυβόλου M.Kalashnikov (1919-1998).
  • καλβινισμός , η διδασκαλία (θρησκευτική και ηθική) του Καλβίνου (1509-1564). Δέχεται την Αγία Γραφή. Απορρίπτει την παράδοση, τις οικουμενικές συνόδους και τον πάπα.
  • Κελσίου, θερμοκρασιακή κλίμακα. Ο Σουηδός φυσικός και αστρονόμος Κέλσιος (1701-1744) επινόησε την εκατονταβάθμια κλίμακα θερμοκρασίας.
  • κεϋνσιανισμός , το σύνολο των οικονομικών θεωριών του Κέυνς (1883-1946) Άγγλου οικονομολόγου, που υποστηρίζει τη δυνατότητα ύπαρξης μόνιμης ακούσιας ανεργίας, η οποία δεν αυτοδιορθώνεται. Κεϋνσιανική οικονομία.
  • κομφουκιανισμός : Η φιλοσοφική και ηθική διδασκαλία του Κομφούκιου (551-479) π.Χ. Η φιλοσοφική και ηθική διδασκαλία του Κομφουκίου, αργότερα πήρε τον χαρακτήρα θρησκείας, και έγινε η επίσημη θρησκεία του κράτους της Κίνας. Ο «Χρυσός Κανόνας» του Κομφουκίου, που διατυπώθηκε 500 χρόνια πριν έλθει ο χριστός στη γη, συνίσταται στο εξής: «Μην κάνεις στους άλλους ό τι δεν θέλεις να σου κάνουν».
  • κονιάκ . Από την πόλη της Γαλλίας Cognac, στην οποία από τον 18o αιώνα αποστάζεται το φερώνυμο οινοπνευματώδες ποτό.
  • Κοπερνίκειο (σύστημα): αστρονομικό σύστημα που διατυπώθηκε από τον πολωνό αστρονόμο Κοπέρνικο (1473-1543). Σύμφωνα μ’ αυτό ο Ήλιος αποτελεί το κέντρο του πλανητικού συστήματος, ενώ η Γη και οι άλλοι πλανήτες περιφέρονται γύρω από αυτόν. (Κοπερνίκεια επανάσταση στην αστρονομία).
  • κουίσλιγκ = δωσίλογος. Από τον Quisling (Κουίσλινγκ), 1887-1945, Nορβηγό πολιτικό που διευκόλυνε την κατάκτηση της χώρας του από τη ναζιστική Γερμανία και σχημάτισε κατοχική φιλοναζιστική κυβέρνηση ως το τέλος του πολέμου.
  • Κυκλώπειος (κυκλώπεια τείχη) : ονομασία που δόθηκε στα γιγαντιαία τείχη των μυκηναϊκών χρόνων, κατασκευασμένα από μεγάλους ακανόνιστους λίθους που συναρμολογούνταν χωρίς συνδετικό υλικό. Λέγεται ότι κατασκευάστηκαν από τους Κύκλωπες γιγάντιες μυθολογικές μορφές της αρχαίας Ελλάδος με τεράστια δύναμη και είχαν μόνο έναν οφθαλμό στο μέτωπο.
  • Κυλώνειον άγος (= βέβηλη πράξη, ανοσιούργημα). Ο Κύλων ήταν Αθηναίος γαμπρός του τυράννου των Μεγάρων Θεαγένους. Κατέλαβε (τέλη του 7ου αι. π.Χ.) την ακρόπολη με τη βοήθεια Μεγαρικού στρατού. Πολιορκήθηκε και εδραπέτευσε· οι οπαδοί του όμως, αν και κατέφυγαν ικέτες σε βωμό, κατεσφάγησαν· η πράξη θεωρήθηκε ως άγος, γνωστή ως «Κυλώνειον άγος»
  • Κυριλλικό αλφάβητο, κυριλλική γραφή : το σλαβικό που το επινόησε ο εκ Θεσσαλονίκης καταγόμενος Κύριλλος, ο οποίος απεστάλη μαζί με τον αδελφό του Μεθόδιο από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ με σκοπό να κηρύξει τον Χριστιανισμό στους Σλάβους (9ος αι. μ.Χ.)
  • Κω(ν)σταντινάτο : είδος χρυσού νομίσματος βυζαντινής προέλευσης με παράσταση του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης (φλουριά κωνσταντινάτα)
  • Λενινισμός: το σύνολο των θεωρητικών επεξεργασιών και της πολιτικής πρακτικής του Λένιν (1870-1924)
  • Λεσβία: α) αρχική σημασία «η κάτοικος της Λέσβου» β) η σημασία «ομοφυλόφιλη γυναίκα» απαντά αργότερα [από το όνομα της νήσου Λέσβος]
  • λιμουζίνα : επιβατηγό αυτοκίνητο πολυτελείας. Από το εργοστάσιο κατασκευής του αυτοκινήτου που βρίσκεται στη γαλλική επαρχία Limousin.
  • λυντσάρισμα = κακοποίηση ή θανάτωση χωρίς νόμιμη δίκη. Από το όνομα του Charles Lynch (Λύντς) 1736-1796, Αμερικανού, που οργάνωσε παράνομα λαϊκά δικαστήρια κατά την αμερικανική επανάσταση παροτρύνοντας τον όχλο στη Βιρτζίνια να δολοφονεί τους νομιμόφρονες προς το αγγλικό στέμμα.
  • μαγιονέζα, μεταφορά του γαλλ. mayonnaise και αυτό από το mahonnais(e)<τοπωνύμιο Mahon, που είναι η πρωτεύουσα της ισπανικής νήσου Μινόρκα. Θεωρείται ότι η μαγιονέζα παρασκευάστηκε το 1756 από τον μάγειρα του δούκα Ρισελιέ, ο οποίος θέλησε να φτιάξει μια σάλτσα από ντόπια υλικά (Μπαμπινιώτης)
  • μαζοχισμός : σεξουαλική διαστροφή κατά την οποία για την πρόκληση ηδονής απαραίτητο στοιχείο είναι ο σωματικός ή ψυχικός πόνος. Ο μαζοχιστής ηδονίζεται μόνο όταν υποφέρει. Επιζητεί μαστίγωση, βασανισμό, ταπείνωση, εξευτελισμό κ.λπ. Από το επώνυμο του Αυστριακού συγγραφέα Masoch (1835-1895), ο οποίος περιέγραψε αυτή την σεξουαλική διαστροφή.
  • Μάιος: ο πέμπτος μήνας του έτους. Από το λατινικό Majus <θηλ. Maia ονομασία ρωμαϊκής θεότητας, που εθεωρείτο μητέρα του θεού Ερμή και απεκαλείτο επίσης Majesta δηλ. είναι «μεγίστη»
  • μακάβριος : που έχει σχέση με τον θάνατο και συνεπώς προκαλεί φρίκη. Από το όνομα του ζωγράφου Macabre που ζωγράφισε χορό σκελετών.
  • μακιαβελισμός : άσκηση της εξουσίας, ιδίως της πολιτικής, χωρίς ηθικούς φραγμούς στην επιλογή των μέσων ή των στόχων. Από τον Ιταλό πολιτικό και συγγραφέα Nicolo Machiavelli (1469-1527) που διετύπωσε την πολιτική του θεωρία στο βιβλίο «Ο Ηγεμών» 1513, όπου εκθέτει τρόπους με τους οποίους ένας ηγέτης χωρίς ηθικές αξίες και αναστολές μπορεί να αποκτήσει και να διατηρήσει την εξουσία.
  • Μαλθουσιανισμός: κοινωνική και οικονομική θεωρία που υποστηρίζει τον έλεγχο των γεννήσεων για να μην δημιουργηθεί πρόβλημα με την επάρκεια αγαθών. Από τον Άγγλο οικονομολόγο και ιερωμένο Μάλθους (1766-1834).
  • μανιτάρι : είδος μύκητα που φυτρώνει ιδίως σε υγρά εδάφη και αναπτύσσεται γρήγορα. Από μεσν. μανιτάρι (ον)< αμανιτάριον< ελνστ. αμανίτης< από το αρχ. τοπωνύμιο Άμανος (όρος στη Μικρά Ασία)∙ με σίγηση του αρχικού άτονου α.
  • μανιχαϊσμός : α) θρησκευτική αίρεση που υποστηρίζει ότι στον κόσμο κυριαρχούν δύο ανταγωνιστικές αρχές, το καλό και το κακό β) (κατ’ επέκταση) κάθε διαρχική (δυϊστική) θεώρηση του κόσμου. Από το όνομα Μανιχαίος (215-274 μ.Χ), Πέρσης προφήτης και θρησκευτικός ηγέτης που διετύπωσε τη σχετική θεωρία (ήταν γνωστός και ως Μάνης).
  • μανόλια : καλλωπιστικό φυτό με γυαλιστερά φύλλα και μεγάλα άσπρα ευωδιαστά άνθη. Από το επώνυμο του Γάλλου βοτανολόγου Pierre Magnol (1638-1715)
  • μαοϊσμός : κομμουνιστική θεωρία και πρακτική που διαμορφώθηκε στην Κίνα ιδίως από τον Μάο Τσε Τουνγκ (1893-1976), Κινέζο πολιτικό ηγέτη
  • μαρξισμός : φιλοσοφική, κοινωνική και οικονομική θεωρία που διαμορφώθηκε ιδίως από τον Μαρξ (και τον Ένγκελς). Μαρξ (1818-1883), Γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος.
  • Μάρτιος : ο τρίτος μήνας του χρόνου. Από το λατ. Martius<Marsis= ο Άρης. Ο μήνας ο αφιερωμένος στον Άρη, τον θεό του πολέμου.
  • μαυσωλείο : μεγαλοπρεπές ταφικό οικοδόμημα. Από το όνομα Μαύσωλος, ο οποίος ήταν σατράπης της Καρίας από το 377 ως το 353 π.Χ. και οικοδόμησε στην Αλικαρνασσό μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο για τον εαυτό του. Ήταν ένα από τα 7 θαύματα του αρχαίου κόσμου.
  • μιθριδατισμός : α) βαθμιαία εξοικείωση του ανθρώπινου οργανισμού σε δηλητήρια.
    β) (μτφ.) βαθμιαία εξοικείωση του ανθρώπου σε δυσάρεστες καταστάσεις.
    Η λέξη προέρχεται από το όνομα του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ΄ (132-63 π.Χ.), ο οποίος φέρεται ότι εισήγε στον οργανισμό του βαθμιαίως αυξανόμενες (μη θανατηφόρες) δόσεις δηλητηρίου, με σκοπό να εθιστεί σε αυτό για να αποκτήσει ανοσία. Και αυτό το έκανε για να αποφύγει πιθανή δολοφονική απόπειρα.
  • μπέρτα : φαρδύ πανωφόρι χωρίς μανίκια ή τα ανοίγματα για τα χέρια. Bertha, το όνομα της μητέρας του αυτοκράτορα Καρλομάγνου, που φορούσε τέτοιο πανωφόρι.
  • Μπεσαμέλ : άσπρη σάλτσα που γίνεται με γάλα, αλεύρι και αυγά. Από το επώνυμο του Γάλλου μαρκησίου Louis de Bechamel, γνωστού καλοφαγά, που έζησε προς το τέλος του 18ου  αι.
  • Μπιγκόνια (και βιγόνια) : καλλωπιστικό φυτό. Ονομασία που δόθηκε στο φυτό προς τιμήν του Γάλλου Michel Begon, γενικού κυβερνήτη του Aγίου Δομίνικου.
  • μπικ : εμπορικό σήμα Bic, από παραλλαγή του επωνύμου του Γάλλου Marchel Bich (1914- 1994) που υπήρξε συν ιδρυτής της φερώνυμης εταιρείας στυλογράφων και κατοχύρωσε την ονομασία αυτή το 1950.
  • μποϊκοτάζ : οικονομικός πόλεμος εναντίον ατόμου, επιχείρησης ή χώρας με λήψη διαφόρων μέτρων, όπως είναι ο αποκλεισμός, η διακοπή κάθε οικονομικής σχέσης, η αποφυγή κατανάλωσης, η άρνηση εξυπηρέτησης, η παρεμπόδιση εργασίας κ.α., ο οποίος αποσκοπεί κυρίως στον εξαναγκασμό σε εκτέλεση ή μη, μιας πράξης, στην αλλαγή στάσης ή τακτικής ή την κάμψη και υποταγή του αντιπάλου. Από τον Άγγλο κτηματία της Ιρλανδίας James Boycott (1832-1897), που οι καλλιεργητές των κτημάτων του, αρνήθηκαν οποιαδήποτε υπηρεσία.
  • μπούμερανγκ : (μτφ), ενέργεια που στρέφεται κατά του δράστη ή επιχείρημα που στρέφεται τελικά εναντίον εκείνου που το προέβαλε. Από το αγγλικό boomerang κι αυτό από το bumarinj της γλώσσας των ιθαγενών Αβορίγινων της Αυστραλίας.
  • Ναπολεόντειος-α-ο : που έχει σχέση με τον Μέγα Ναπολέοντα ή με την περίοδο της κυριαρχίας του ή που έχει γίνει από αυτόν. Ναπολεόντεια εκστρατεία, «οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι». [Από τον Γάλλο στρατηγό και αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α΄ Βοναπάρτη (1769-1821) που έμεινε στην ιστορία ως Μέγας Ναπολέων].
  • ναρκισσισμός : ο υπερβολικός θαυμασμός του εαυτού μας και η εκδήλωση αυτού του θαυμασμού. Από το όνομα Νάρκισσος, νέος, στην αρχαία ελληνική μυθολογία, με εκπληκτική ομορφιά που ερωτεύτηκε τον εαυτό του, όταν είδε το πρόσωπό του να καθρεφτίζεται στο νερό μιας πηγής.
  • Νευτώνεια (μηχανική) = Νεύτων: Άγγλος φυσικός, μαθηματικός και αστρονόμος (1642-1727)
  • Νόμπελ (βραβείο) : βραβείο που απονέμεται κάθε χρόνο από την Σουηδική Ακαδημία σε επιστήμονες που διακρίθηκαν σε διάφορους τομείς ή σε άτομα που συνέβαλαν στη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης α) ιατρικής, β) φυσικής, γ) χημείας, δ) λογοτεχνίας, ε) ειρήνης. Από το επώνυμο του Σουηδού επιστήμονα και βιομηχάνου Alfred Nobel (1833-1896). H πρώτη απονομή έγινε το 1901.
  • Ντάλια: γένος πολυετών φυτών που καλλιεργείται για τα διακοσμητικά λουλούδια του με σχήμα σφαιρικό και χρώμα κόκκινο, κίτρινο ή λευκό. Από το επώνυμο του Σουηδού βοτανολόγου Aders Dahl (1751-1789), προς τιμήν του οποίου έλαβε το όνομά του το εν λόγω φυτό, όταν εισήχθη από το Μεξικό.
  • ντεσιμπέλ : μονάδα μέτρησης της ισχύος του ήχου. Σύνθετο deci (που έχει αποσπασθεί από το λατιν. decimus (= «δέκατος» + bel από το επώνυμο του Αμερικανού εφευρέτη Alexander Bell (1847-1922)
  • ντίζελ : μηχανή εσωτερικής καύσης που καίει πετρέλαιο με αυτανάφλεξη χωρίς τη βοήθεια ηλεκτρικού μέσου. Από το επώνυμο του Γερμανού μηχανικού Rudolph Diesel (1858-1913) που την εφεύρε και την κατασκεύασε.
  • ντόμπερμαν : ράτσα σκύλου με αρκετά μεγάλο, δυνατό και μυώδες σώμα, κοντό τρίχωμα και μικρά, όρθια αυτιά. Από το επώνυμο του Γερμανού κυνοτρόφου Ludwig Dobermann, ο οποίος τον 19ο  αι. ανέπτυξε την εν λόγω ράτσα διασταυρώνοντας τεριέ με ποιμενικό σκύλο.
  • Οθωμανικός: [Οθωμανικό κράτος, Οθωμανική Αυτοκρατορία, Οθωμανικό Δίκαιο, ως ουσιαστικό χυδαίο, το οθωμανικό= σοδομισμός]. Από το όνομα του ιδρυτή του οθωμανικού κράτους Οθμαν, Οσμάν (1259-1326).
  • Πανικός : κατάσταση ατόμου ή συνηθέστερα συνόλου το οποίο κυριαρχείται από ένα ισχυρότατο συναίσθημα φόβου εξαιτίας επικείμενου κινδύνου ή απειλής, και έτσι αδυνατεί να σκεφθεί και να ελέγξει τη συμπεριφορά του. Από το όνομα του μυθικού θεού Παν-ός για να χαρακτηρίσει τον φόβο, την ταραχή που προκαλούσε στα ποίμνια η εμφάνιση του θεού.
  • Παντελόνι ή πανταλόνι : εξωτερικό ένδυμα που καλύπτει το σώμα από τη μέση και κάτω, και χωριστά το καθένα από τα δυο σκέλη. Από το βενετικό Pantaleone, που ήταν κύριο όνομα χαρακτήρα της ιταλικής κωμωδίας. (Αυτή την ετυμολογία δίνουν τα Σύγχρονα Ετυμολογικά Λεξικά)  [Παραθέτω όμως και την ετυμολογία που άκουσα από τον αείμνηστο καθηγητή Νικόλαο Τωμαδάκη που δίδασκε Βυζαντινή Φιλολογία, ότι πανταλόνι σημαίνει «αυτό που πάντα λυώνει», δηλ. τρίβεται, χαλάει, λόγω της καθημερινής χρήσεως].
  • Παντεσπάνι : παρασκεύασμα ζαχαροπλαστικής από αλεύρι, αυγά και ζάχαρη, που ψήνεται σε φούρνο. Από το ιταλ. pan de Spagna (= «ψωμί της Ισπανίας»).
  • Πάρθιος -α-ον∙ μόνο στη φράση πάρθιον βέλος = ξαφνικό, απροσδόκητο χτύπημα, ύπουλος προσβλητικός υπαινιγμός, μπηχτή συνήθως της τελευταίας στιγμής. Από το όνομα Πάρθοι κάτοικοι μεγάλου αρχαίου βασιλείου που βρισκόταν μεταξύ Ινδού και Ευφράτη ποταμού. Η φράση έχει την αφετηρία της στην τακτική των Πάρθων ιππέων να στρέφονται απότομα και να τοξεύουν ενόσω οπισθοχωρούσαν, αιφνιδιάζοντας τους διώκτες τους.
  • Πάρκινσον : νόσος του κεντρικού νευρικού συστήματος που εμφανίζεται με ποικίλα και έντονα συμπτώματα δυσκαμψίας και τρέμουλο κυρίως στα χέρια. Από το επώνυμο του Άγγλου χειρουργού Parkinson (1755-1824), ο οποίος περιέγραψε τη νόσο.
  • Παρμεζάνα : είδος σκληρού τυριού από αγελαδινό γάλα. Από την πόλη της Ιταλίας Πάρμα, όπου παρασκευάζεται.
  • Παστερίωση: μέθοδος βραχείας συντήρησης, κατά την οποία ορισμένα τρόφιμα, κυρίως το γάλα και οι χυμοί φρούτων, θερμαίνονται σε θερμοκρασία χαμηλότερη από 100°C, στη συνέχεια ψύχονται και συσκευάζονται αεροστεγώς. Από το επώνυμο του Γάλλου χημικού και μικροβιολόγου Louis Pasteur (1822-1895), ο οποίος εισηγήθηκε τη μέθοδο αυτή.

            Ο Παστέρ στο εργαστήριό του.
Ζωγραφικός πίνακας του Albert Edelfelt (1885)

  • Παυλω(ο)φιανοί : οι οπαδοί της θεωρίας των εξαρτημένων αντανακλαστικών που δίνει ερμηνεία της συμπεριφοράς των ζώων και των ανθρώπων, η οποία θεωρία διατυπώθηκε από τον Ρώσο φυσιολόγο Ivan Pavlof, 1841-1936 (τιμήθηκε με το Bραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1904).
  • Πλατωνικός έρωτας : δηλ. αγνός, από τον οποίο λείπει το σεξουαλικό στοιχείο. Σ’ αυτό το είδος του έρωτα αναφέρεται ο φιλόσοφος Πλάτων (428-347 π.Χ.) στον διάλογό του «Συμπόσιον».
  • Πραλίνα : είδος γλυκίσματος με σοκολάτα και καβουρντισμένα αμύγδαλα. Από το επώνυμο του Γάλλου στρατάρχη Praslin (1598-1675), του οποίου ο μάγειρος επινόησε το παρασκεύασμα.
  • Πυθαγόρειος-α-ο : (πυθαγόρεια φιλοσοφία πυθαγόρειο θεώρημα κ.λπ.) Από τον φιλόσοφο και μαθηματικό Πυθαγόρα (572-500 π.Χ.) από την Σάμο. Περίφημες οι μελέτες του για τις ιδιότητες των αριθμών.
  • Πύρρειος νίκη : νίκη με μεγάλες απώλειες (και για τον νικητή). Ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος (318-272 π.Χ.) έμεινε στην ιστορία για τις νίκες του εις βάρος των Ρωμαίων στην Ηράκλεια (280 π.Χ. στον κόλπο του Τάραντα) και στο Άσκλο (279 π.Χ. στην Απουλία), οι οποίες όμως συνοδεύονταν από βαριές απώλειες.
  • σαδισμός : α) σεξουαλική διαστροφή κατά την οποία το άτομο διεγείρεται και ικανοποιείται σεξουαλικά, μόνο αφού βασανίσει ψυχικά ή σωματικά τον ερωτικό του σύντροφο, β) νοσηρή ικανοποίηση που αισθάνεται κάποιος, όταν βασανίζει ή ταλαιπωρεί σωματικά ή ψυχικά κάποιον άλλον. Από το όνομα του Γάλλου μυθιστοριογράφου μαρκησίου de Sade (1740-1814), ο οποίος περιέγραφε στα κείμενά του ποικίλες σεξουαλικές διαστροφές.
  • σαιξπηρικός : (σαιξπηρικό θέατρο, σονέτο). Από το επώνυμο του Σαίξπηρ (1564-1616) του μεγάλου Άγγλου δραματουργού.
  • σαμπάνια : κατοχυρωμένη ονομασία για γαλλικό αφρώδες κρασί που παράγεται στην περιοχή της Καμπανίας της Γαλλίας (υπάρχει και Καμπανία της Ιταλίας). Αποσπάστηκε από τη φράση (vin de) Champagne = (οίνος της) Καμπανίας, δηλ. καμπανίτης οίνος.
  • σαντιγί : κρέμα ζαχαροπλαστικής που γίνεται από χτυπημένη κρέμα γάλακτος και ζάχαρη. Οφείλει το όνομά της στην κωμόπολη Chantilly της N. Γαλλίας, όπου πρωτοπαρασκευάστηκε.
  • σάντουιτς : δύο λεπτές φέτες ψωμιού, συνήθως αλειμμένες με βούτυρο, ανάμεσα στις οποίες βάζουν μια λεπτή φέτα ζαμπόν, τυριού κλπ. Από την περιοχή Sandwitch, όπου ο μάγειρας του Άγγλου κόμητα John Montagne παρεσκεύαζε τέτοιας μορφής πρόχειρα γεύματα, προκειμένου να μην αναγκάζεται ο κόμης να εγκαταλείπει το χαρτοπαικτικό τραπέζι για να φάει.
  • σαρδάμ (το) : λέξη που σημαίνει το μπέρδεμα των λέξεων ή των γραμμάτων μέσα σε μια λέξη από έναν ομιλητή συνήθως από τρακ. Από το αναγραμματισμένο επώνυμο Μαδράς του ηθοποιού και σκηνοθέτη Αχιλλέα Μαδρά (1875-1972).
  • σαρδαναπαλ(λ)ισμός : ιδιότητα του σαρδανάπαλ(λ)ου. Από το κύριο όνομα του Σαρδανάπαλ(λ)ου, εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του βασιλιά των Ασσυρίων Assurbanibal, ο οποίος ζούσε έκλυτο βίο. Mεταφορικά σημαίνει έκφυλος, μαλθακός, τρυφηλός, ηδυπαθής.
  • σαρδέλα : επειδή το ψάρι έγινε γνωστό από την αλίευσή του στις ακτές της Σαρδηνίας.
  • σαρδόνιο (γέλιο) = σαρκαστικό. Από το χόρτο σαρδόνη που συνδέεται με τη νήσο Σαρδώ, δηλ. Σαρδηνία, το οποίο εθεωρείτο ότι προκαλούσε σπασμωδικό γέλιο σε όποιον το έτρωγε.
  • σοβινισμός : τυφλός εθνικισμός∙ συνοδεύεται από μίσος και περιφρόνηση για τους άλλους λαούς και που συχνά εκδηλώνεται με επιθετικότητα εναντίον τους. Από το επώνυμο του φανατικού πατριώτη (Nicholas) Chauvin, ήρωα του θεατρικού έργου “La Cocarde Tricolore” 1831, το οποίο έγραψε ο Jean Cogniard και παρουσίαζε τον χαρακτήρα ενός στρατιώτη υπέρμετρα αφοσιωμένου στον Ναπολέοντα
  • σοδομισμός = παρά φύσιν συνουσία. Από την εβραϊκή πόλη της Νεκράς Θαλάσσης Σόδομα, η οποία σύμφωνα με τη βιβλική αφήγηση (Γένεσις, κεφ. 19), καταστράφηκε (μαζί με τα Γόμορρα) από τον θεό εξαιτίας της ακολασίας των κατοίκων της.
  • σολοικισμός : συντακτικό σφάλμα στη χρήση της γλώσσας. Οι Αθηναίοι άποικοι στους Σόλους της Κιλικίας έκαναν λάθη στη σύνταξη των προτάσεων
  • σταλινισμός : το σύνολο των πολιτικών αντιλήψεων και της πρακτικής που εφαρμόστηκε από τον Στάλιν και τους συνεργάτες του. Από το ψευδώνυμο Stalin (ρωσ. stal = ατσάλι) του Σοβιετικού ηγέτη Josif Djugasvili (1878-1953).
  • συβαριτισμός : φιλήδονος, μαλθακός, τρυφηλός τρόπος ζωής. Από την αρχαία ελληνική αποικία στην Κάτω Ιταλία Σύβαρι, της οποίας οι κάτοικοι ήταν περιώνυμοι για την πολυτέλεια και τη φιληδονία του τρόπου ζωής τους.
  • σωκρατική (μαιευτική μέθοδος): μέθοδος συζητήσεως με την οποία ο ομιλητής ύστερα από κατάλληλες διαδοχικές ερωτήσεις οδηγείται στην αλήθεια. Από τον φιλόσοφο Σωκράτη που εφήρμοζε τη μέθοδο αυτή.
  • τζακούζι : μέθοδος λουτροθεραπείας. Από το επώνυμο του Ιταλοαμερικανού (Candido) Jacuzzi (1903-1986), ο οποίος επινόησε αρχικά τη μέθοδο αυτή για τον γυιο του, που έπασχε από ρευματοειδή αρθρίτιδα. Κατοχύρωσε την εφεύρεσή του το 1967.
  • τροτσκισμός : κομμουνιστική θεωρία που υποστηρίζει τη διαρκή επανάσταση με διεθνή χαρακτήρα. Από το επώνυμο του Ουκρανού (Σοβιετικού) μαρξιστή ηγέτη Leon Trotsky (1879-1940)
  • φροϋδισμός : ψυχαναλυτική θεωρία. Από το επώνυμο του Αυστριακού νευρολόγου-ψυχιάτρου (Sigmund) Freud (1856-1939) ιδρυτή της Ψυχαναλυτικής σχολής.

 

Ο  λόγος τώρα για δυο ακόμη λέξεις που δεν έχουν καταγραφεί σε κανένα ακόμη, τουλάχιστον έως σήμερα, Λεξικό. Πρόκειται για τις λέξεις «φαιακισμό» και «Τσιμπλόντο».

Φαιακισμός : υψηλό πολιτιστικό επίπεδο και ευδαιμονία. Η λέξη προέρχεται από τους Φαίακες μυθικό λαό που κατοικούσε στην Σχερία που ταυτίζεται με την Κέρκυρα. Τον όρο αυτό χρησιμοποίησε ο αείμνηστος καθηγητής της φιλοσοφίας και Ακαδημαϊκός Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος στο βιβλίο του «Φιλοσοφία και Ζωή», Αθήνα, 1967, σελ. 124.

«Τσιμπλόντο», σε παραφθορά του ονόματος Τζιμ Λόντος. Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, όταν ήθελαν να χαρακτηρίσουν ένα άτομο δυνατό έτσι τον αποκαλούσαν. Σημειωτέον, ότι ο Τζιμ Λόντος (Χρήστος Θεοφίλου), 1897-1975, που γεννήθηκε στο Κουτσοπόδι του Άργους, αναδείχθηκε ως παγκόσμιος πρωτοπαλαιστής. [ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ, Ηλεκτρονική Εγκυκλοπαίδεια, λήμμα «Τζίμ Λόντος»]

ΤΖΙΜ ΛΟΝΤΟΣ

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Dean Keith Simonton : ΠΟΙΟΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΟΠΤΡΟΝ, Αθήνα 2003
  • Γιώργου Α. Χασιακού: ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ -ΙΣΜΩΝ Β΄ Έκδοση, Εκδόσεις «Επικαιρότητα», Αθήνα 1989
  • ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ, του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 1998
  • ΠΑΠΥΡΟΣ: ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ, 13 τόμοι, 2008
  • Ν. Ανδριώτη: Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Δεύτερη Έκδοση, Θεσσαλονίκη 1967
  • Ιωάννου Σταματάκου: Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσης, 3 τόμοι
  • Γ. Μπαμπινιώτη: Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2009
  • Δημητρίου Δημητράκου: Νέον Ορθογραφικόν Ερμηνευτικόν Λεξικόν Όλης της Ελληνικής Γλώσσης, Έκδοσις Γ΄, Εκδοτικός Οίκος: Χρ. Γιοβάνης 1970
  • Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (Χάρη Πάτση)

10) Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ LAROUSSE BRITANNICA, Έκδοση 2007

Array

 

Δείτε όλα τα βίντεο στο WEBTV του trikalaola.grClick στην TV
Συγκεντρωμένα όλα ΕΔΩ