12.2 C
Trikala
Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024

Τι είναι ο άνθρωπος (άρθρο)

[Σύμφωνα με τα ψαλλόμενα της Νεκρωσίμου Ακολουθίας]

- Advertisement -

 

Του Κων/νου Β. Παυλάκου,
π. Σχολικού Συμβούλου Φιλολόγων

 

Η Νεκρώσιμος Ακολουθία περικλείει τροπάρια συγκινητικότατα, τα οποία καταδεικνύουν την ματαιότητα των εγκοσμίων, του κάλλους, του πλούτου, των αξιωμάτων· «πού πλούσιος, ή πένης, δίκαιος ή αμαρτωλός;» (Μόνη ελπίδα σωτηρίας ο Χριστός).

Ο Ιωάννης Δαμασκηνός συνέταξε, ανθολογώντας τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, τα επιτυχέστερα από αυτά.

Τα ιδιόμελα του Δαμασκηνού πνέουν βαθύτατον πόνον για την απώλεια της ζωής, τη ματαιότητα των ανθρώπινων, του πλούτου, της ωραιότητας, των προσκαίρων αγαθών και αξιωμάτων του εφημέρου πλάσματος του θεού: «Ποία του βίου τρυφή διαμένει λύπης αμέτοχος; Ποία δόξα έστηκεν επί γης αμετάθετος; Πάντα σκιάς ασθενέστερα, πάντα ονείρων απατηλότερα· μία ροπή και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται… Ως άνθος μαραίνεται και ως όναρ παρέρχεται και διαλύεται πας άνθρωπος… [πρβλ. του Πινδάρου «όναρ σκιάς άνθρωπος»]

Περιγράφεται η αγωνία του ψυχορραγούντος: Οίμοι, οίον αγώνα έχει η ψυχή, χωριζομένη εκ του σώματος. Οίμοι, πόσα δακρύει τότε και ουχ υπάρχει ο ελεών αυτήν! Προς τους αγγέλους τα όμματα ρέπουσα, άπρακτα καθικετεύει· προς τους ανθρώπους τας χείρας εκτείνουσα, ουκ έχει τον βοηθούντα…

Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον· ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα· επελθών γαρ ο θάνατος ταύτα πάντα εξηφάνισται…

Όντως φοβερώτατον το του θανάτου μυστήριον, πώς ψυχή εκ του σώματος βιαίως χωρίζεται εκ της αρμονίας και της συμφυίας ο φυσικότατος δεσμός, θείω βουλήματι αποτέμνεται… Πώς παρεδόθημεν τη φθορά και συνεζεύχθημεν τω θανάτω;

Και ιδού η μεταμέλεια για τη δόξα, τον πλούτο, τις τιμές: πού έστιν η του κόσμου προσπάθεια; Που έστιν η των προσκαίρων φαντασία; Πού έστιν ο χρυσός και ο άργυρος; Πού έστι τών οίκετών (=των δούλων, υπηρετών) η πλημμύρα και ο θόρυβος; Πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά.

Κατενόησα εν τοις μνήμασι και είδον τα οστά τα γεγυμνωμένα και είπον· άρα τίς εστι; βασιλεύς ή στρατιώτης, ή πλούσιος ή πένης, ή δίκαιος ή αμαρτωλός; Στον θάνατον υπάρχει ισότητα πάντων!

Και λίγο παρακάτω: Εξέλθωμεν και ίδωμεν εν τοις τάφοις, ότι γυμνά οστέα ο άνθρωπος, σκωλήκων βρώμα (=τροφή· από το ρ. βιβρώσκω = καταβροχθίζω) και δυσωδία (=κακοσμία), και γνώμεν τίς ο πλούτος, το κάλλος, η ισχύς και η ευπρέπεια!

Άλλες φράσεις που αποτυπώνουν τη σκληρή πραγματικότητα

Τονίζεται η χοϊκότητα του ανθρώπου: «Εγώ ειμί γη και σποδός (=χώμα και στάχτη)» [Έτσι χαρακτηρίζει τον εαυτό του ο Αβραάμ ενώπιον του θεού, Γένεσις ιη΄, 27] Κι ακόμη «γήθεν (=από χώμα) μου το σώμα διέπλασας»· «διό πάλιν εις γην (=στο χώμα) εξ ης ελήφθη, κατεδίκασας επιστρέφειν»

Και επί του τάφου ο ιερεύς λέγει: «Γη ει και εις γην απελεύσει», φράση που προέρχεται από τη Γένεση γ, 19. [πρβλ. και «χους εσμεν (= χώμα είμαστε)· Ψαλμός 102, 14.

Και την ώρα που γίνεται ο τελευταίος ασπασμός του λειψάνου, ψάλλεται: «παραδίδοται τάφω, καλύπτεται λίθω, σκότει κατοικίζεται, νεκροίς συνθάπτεται». Είναι ο αραχνιασμένος Άδης των αρχαίων Ελλήνων και ο σκοτεινός Κάτω Κόσμος των Δημοτικών τραγουδιών («γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα», του Διονυσίου Σολωμού)

Πάντως, μέσα από όλη τη Νεκρώσιμο Ακολουθία διαπερνά η ελπίδα της αναπαύσεως: Αλλ’ εν τω φωτί, Χριστέ, του προσώπου σου και τω γλυκασμώ της σης ωραιότητος, ον εξελέξω ανάπαυσον, ως φιλάνθρωπος… εν ταις των αγίων κατατάξεων σκηναίς το πνεύμα του σου δούλου, Χριστέ… εν χώρα ζώντων, εν σκηναίς δικαίων κατάταξον.

Και με το σχήμα της παρηχήσεως (το π επαναλαμβάνεται 7 φορές) ο αποθανών ικετεύει να ξαναγίνει πολίτης του Παραδείσου «και την Ποθεινήν Πατρίδα Παράσχου μοι, Παραδείσου Πάλιν Ποιών πολίτην με»

Παρατήρηση: Με τις σπανίου κάλλους ψαλμωδίες και όλως  ανθρώπινες αυτές κραυγές συνοδεύομε την έξοδό μας από την πρόσκαιρη ζωή, δώδεκα ήδη αιώνες.

ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ,Δηλαδή,

 ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

[Που είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν με το πνεύμα των διαλαμβανομένων στην Νεκρώσιμο Ακολουθία]

1) Κατθανών πας ανήρ γη και σκιά, το μηδέν εις ουδέν ρέπει. Δηλαδή, πεθαίνοντας ο άνθρωπος γη (χώμα) και σκιά γίνεται, το τίποτα πάει προς το τίποτα [Ευριπίδης: «Μελέαγρος» μη σωζομένη τραγωδία του]

2) Μνήσθητι τίς μου η υπόστασις· μη γαρ ματαίως έκτισας πάντας τους υιούς των ανθρώπων; Τίς έστιν άνθρωπος, ος ζήσεται και ουκ όψεται θάνατον; ρύσεται την ψυχήν αυτού εκ χειρός άδου; [ψαλμός 88, 48 και 49]. Δηλαδή, θυμήσου πόσο βραχεία και παροδική είναι εμού του ανθρώπου η ζωή. Μήπως έκτισες όλους τους ανθρώπους για να ταλαιπωρούνται ματαίως; Υπάρχει κανείς άνθρωπος, ο οποίος θα ζήσει επί της γης και δεν θα πεθάνει; Ποιος θα μπορέσει να γλυτώσει τη ζωή του από το κράτος και τη δύναμη του θανάτου;

3) Ο σκώληκας είναι ο μοναδικός αυτοκράτορας στο φαΐ. Παχαίνουμε όλα τα πλάσματα για να παχύνουμε τους ίδιους τους εαυτούς μας, και παχαίνουμε οι ίδιοι για τα σκουλήκια. Ο παχύς βασιλιάς κι ο αδύνατος ζητιάνος δεν είναι παρά μια ποικιλία φαγητών, δυο διαφορετικά πιάτα στο ίδιο τραπέζι. Μπορεί ένας να ψαρεύει με σκουλήκι που έφαγε βασιλιά, και να φάει το ψάρι που τράφηκε από σκουλήκι… Ένας βασιλιάς μπορεί να περάσει μές απ’ τα έντερα ενός ζητιάνου. [Σαίξπηρ: Άμλετ, κεφ. 16ο]

4) Σε τί τιποτένια πράγματα μια μέρα μεταμορφωνόμαστε. Δεν μπορεί τάχα η φαντασία μας να παρακολουθήσει την ευγενική σκόνη του Μ. Αλεξάνδρου, ώστε να τη βρούμε να φράξει το στόμιο κάποιου πιθαριού; ο Μ. Αλέξανδρος πέθανε, θάφτηκε, έγινε σκόνη, η σκόνη όμως είναι χώμα και απ’ το χώμα κάνουμε πηλό, γιατί λοιπόν μ’ αυτόν τον πηλό να μην φράξουν ένα βαρέλι κρασιού; [Σαίξπηρ: Άμλετ, κεφ. 23ο ]

5) Τι να την κάνω τη ζωή, αν είναι κι άλλη τόση, αφού υπάρχει θάνατος και το κορμί θα λυώσει [Από το μικρασιατικό τραγούδι «Αλατσατιανή»]

6) Η γλύκα της ζωής: Τι λέγει η ψυχή του Αχιλλέα, όταν τη συνάντησε ο Οδυσσέας στον Άδη (Ομήρου «Οδύσσεια» λ 489 – 491)

«Καλύτερα στη γης να ξενοδούλευα ξωμάχος, ρογιασμένος/ σε αφέντη που’ χασε τον κλήρο του και είναι το βιός του λίγο,/ παρά όλων εδώ των άψυχων νεκρών ο ρήγας (=βασιλιάς) να ’μαι». [Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη – Ι. Κακριδή].

7) Εάν απ’ τους νεκρούς σηκωνόταν κάποιος για μια στιγμή και μας έλεγε τι αισθανόταν νεκρωθείς, μου φαίνεται ότι οι θεολόγοι και οι ιερείς θα πέθαιναν τελείως από την πείνα. [Μιχαήλ Μητσάκης, 1863- 1916, Έλληνας συγγραφέας που έγραψε το «Φίλημα», το οποίο αναφέρεται στην απόδοση τιμής του Ιμπραήμ στον νεκρό Παπαφλέσσα, που έπεσε στη μάχη στο Μανιάκι τον Μάιο του 1825]

8) Τοίσι μεν τεθνηκόσιν το μήποτ’ αύθις μηδ’ αναστήναι μέλειν. Δηλ. οι πεθαμένοι διόλου δεν νοιάζονται ν’ αναστηθούν [Αισχύλου: «Αγαμέμνων», 546]

9) «Ήμουνα και δεν είμαι.

Ποιος φταίει; Ο Ξαποδός (=Διάβολος).

Και τώρα ενθάδε κείμαι

        γη και σποδός (=χώμα και στάχτη)

[Κώστα Βάρναλη: Επιτάφιο]

10) Οι κρόταφοί μου είναι γκρίζοι

και το κεφάλι μου άσπρισε.

Δεν έχω πιά τη χαριτωμένη νιότη,

και τα δόντια μου γέρασαν·

     από τη γλυκιά ζωή

μου απόμεινε ένα μικρό κομμάτι.

Τρέμω μπρος στον Τάρταρο,

γιατί η άβυσσος του Άδη είναι

φοβερή και το ταξίδι θλιβερό. Και είναι βέβαιο:

όποιος κατεβεί μια φορά δεν ανεβαίνει ποτέ πια.

(Ανακρέων, περίπου 572 π.Χ. – περίπου 485 π.Χ, Αρχαίος λυρικός

ποιητής) Απόσπ. 44)

[Το συνάντησα στοn Bruno Snell: Η Ανακάλυψη του Πνεύματος, Ελληνική Μετάφραση, Β΄ Έκδοση, Αθήνα 1984, σελ. 106]

11) «Μια Χούφτα Χώμα είμαστε»

(Δημοτικό τραγούδι που τραγουδά ο Κώστας Σπαθούλας, κλαρ. Βασίλης Μπατζής)

«Σ αυτόν τον κόσμο είμαστε
μόνο μια χούφτα χώμα.
Αχ!, τα μάτια όταν κλείσουμε,
εδώ θα μείνουν όλα.
Εδώ θα μείνουν τα βουνά
με τα νερά τα κρύα,
κι απ’ τους ανθρώπους μοναχά
 μεν’  η φωτογραφία».

12) «Σε όσες κορυφές κι αν φτάσουμε όλοι καταλήγουμε σ’ ένα λοφάκι»  (δηλ. στο μνήμα)

[Εβγκένι Κασέγεφ, σύγχρονος Ρώσος γνωμικογράφος]

13) Σαν τ’ όνειρο που είδα χθες κοντά να ξημερώσει,

Έτσ’ είν’ ετούτος ο ντουνιάς, ο ψεύτικος ο κόσμος» (Δημοτικό)

Αγαπητοί μου, όνειρο ο κόσμος, όνειρο η ζωή κι εμείς περνούμε και διαβαίνουμε μία φορά και μόνο στην αιωνιότητα!

 

Array

 

Δείτε όλα τα βίντεο στο WEBTV του trikalaola.grClick στην TV
Συγκεντρωμένα όλα ΕΔΩ