14.4 C
Trikala
Παρασκευή, 3 Μαΐου, 2024

ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ

Είναι αλήθεια πως από τη χριστιανική γραμματεία αν είχαν χαθεί όλα τα βιβλία και γνωρίζαμε μόνο την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής των Απόκρεω (Ματθ. 25, 31-46), αυτό θα ήταν αρκετό για να σωθεί ο άνθρωπος. Με μία βασική προϋπόθεση όμως. Να δει στον φτωχό, φυλακισμένο, πεινασμένο τον Χριστό.

- Advertisement -

Πράγματι η ευαγγελική περικοπή της Κυριακής των Απόκρεω, η οποία αναφέρεται στην ημέρα της μελλούσης κρίσεως, είναι ένα θαυμάσιο κείμενο που αποτελεί θα λέγαμε την πεμπτουσία της χριστιανικής διδασκαλίας. Τρεις όροι είναι ικανοί να πλημυρίσουν τις ψυχές των ανθρώπων με σωτηρία. Αγάπη, ελεημοσύνη, φιλανθρωπία. Και μάλιστα όπως σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην περικοπή αυτή γίνεται πολύς λόγος περί φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης.

Θέλω να σταθώ εξ αρχής σε μία καίρια διευκρίνιση. Ο Χριστός στην περικοπή διδάσκει ότι θα σωθούν όσοι έδειξαν αγάπη στον συνάνθρωπο τους. Χωρίς βέβαια αυτή η αγάπη να εμπεριέχει το κριτήριο της επιλογής ή του διαχωρισμού. Θέλω να πω πως η αγάπη προσφέρεται προς όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το που ανήκουν εθνικά, κοινωνικά, οικονομικά, θρησκειολογικά. Επανέρχομαι στην απαραίτητη διευκρίνιση που πρέπει να γίνει στο σημείο αυτό.

Σκεφτείτε ότι δύο άνθρωποι, ο Α και ο Β, εκφράζουν την αγάπη προς τον συνάνθρωπο για την οποία ο Χριστός κάνει λόγο. Κάνουν φιλανθρωπίες, επισκέπτονται τους φυλακισμένους, ντύνουν τους γυμνούς, ταΐζουν τους πεινασμένους, φιλοξενούν τους ξένους, περιθάλπουν τους αρρώστους. Ο Α είναι ένας άνθρωπος που δεν πιστεύει στον Θεό, τον αρνείται, αδιαφορεί για τον Θεό, αλλά αγαπάει τον συνάνθρωπο του και κάνει αγαθοεργίες. Ο Β είναι ένας άνθρωπος βαπτισμένος στο όνομα της Αγίας Τριάδος, προσπαθεί να αγωνίζεται, εξομολογείται, μετανοεί και ταπεινά χωρίς να το διαλαλεί προβαίνει στις ίδιες ενέργειες που προβαίνει ο Α. Το αποτέλεσμα πραγματικά είναι το ίδιο. Και οι δύο εκφράζουν την αγάπη τους.

Κι εδώ ερχόμαστε στο σημαντικότερο, στην ουσία των συμβεβηκότων. Ποια είναι η πηγή της αγάπης; Για τον Α η αγάπη είναι ένα αίσθημα πηγαίο, συνειδησιακό, αυθόρμητο ή αυτοπροβολής. Μπορεί με ιδιοτελή χαρακτήρα, μπορεί και με ανιδιοτελή. Για τον Β η αγάπη είναι ο Θεός. Τίποτε άλλο. Αίσθημα πηγαίο, συνειδησιακό, χωρίς ιδιοτελή κριτήρια όταν εκφράζει την φιλανθρωπία του στα κρυφά για να δοξαστεί το Άγιο όνομα του Θεού και όχι ο ίδιος. Εκείνο που κάνει τους δύο ανθρώπους διαφορετικούς ως προς την σχέση προαίρεσης και πηγής έκφρασης της αγάπης είναι η αρχή της. Για τον Α δεν είναι ο Θεός. Για τον Β είναι ο Θεός. Ο Α κινείται κι ενεργεί στα πλαίσια του ανθρωπισμού (π.χ. του δυτικού), ενώ ο Β στα πλαίσια του ορθόδοξου ανθρωπισμού όπως εκφράζεται στη θεολογία της ορθόδοξης Ανατολής.

Μα θα μου πείτε, είναι τόσο σημαντικό από πού εμπνέεται κάποιος για να εκφράσει την αγάπη; Δεν φτάνει το αποτέλεσμα της ενέργειας αυτής; Αφού και ο Α και ο Β αγαπούν τον συνάνθρωπο τους, τον ντύνουν, τον περιθάλπουν και τον φροντίζουν. Κι όμως παρά το αποτέλεσμα των ενεργειών τους, ο Α και ο Β έχουν διαφορετική φιλοσοφική προσέγγιση του γεγονότος, η οποία γίνεται στον μεν Α μία μη – χριστοκεντρική προσέγγιση, ενώ στον Β χριστοκεντρική. Για τον Β ο Χριστός είναι το κέντρο της αγάπης ή μάλλον καταλληλότερα «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί» σύμφωνα και με την ιωάννεια ρήση. Δεν έχει απλά αγάπη, αυτή την ιδιότητα δηλαδή του να αγαπά, αλλά ο Ίδιος αποτελεί τον ορισμό της αγάπης. Η αγάπη δεν είναι στην περίπτωση αυτή μία ηθική ιδιότητα του Θεού με αναφορά σε μία ετερότητα, αλλά ο Θεός ο Ίδιος είναι η αγάπη.

Θέλω να μείνω στο σημείο αυτό και για να το ενισχύσω, παραθέτω ένα μέρος από το κήρυγμα του καθηγητή φιλοσοφίας στο Καθολικό Κολλέγιο του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης π. Παντελεήμονα Μανουσάκη σχετικά με την παρούσα ευαγγελική περικοπή: «Βλέπετε πως υπάρχει μία βασική διαφορά μεταξύ της κοσμικής φιλανθρωπίας και της χριστιανικής αγάπης ‘’για τους ελαχίστους’’. Κρίνοντας εξωτερικά, και οι δύο είναι όμοιες, δίνω στον φτωχό κατά τον ίδιο τρόπο με εσένα. Οι δικές μου πράξεις φιλανθρωπίας μπορεί στην πραγματικότητα να είναι ίδιες μ’ εκείνες του άπιστου. Παρόλα αυτά υπάρχουν διαφορετικοί κόσμοι … Δίνω στον φτωχό επειδή βλέπω τον Χριστό σ’ αυτόν, επειδή αυτός – ο φτωχός, ο άρρωστος, ο άστεγος- είναι ένας άλλος Χριστός για μένα. Αν παρόλα αυτά δεν υπάρχει Χριστός, τότε ποιοι οι λόγοι να κάνεις το καλό; Επειδή βοηθώντας τον φτωχό μπορώ να εξαλείψω τη φτώχια. Φροντίζοντας τον άρρωστο, μπορώ να ξεριζώσω την αρρώστια. Ντύνοντας τον άστεγο, μπορώ να κάνω αυτόν τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος. Ποιο είναι το λάθος πράττοντας έτσι, ίσως ρωτήσετε … Αυτός που κάνει το καλό όχι για χάρη του Χριστού, μπορεί να το κάνει πιστεύοντας ότι είναι ο Χριστός. Μπορεί να το κάνει μόνο κάνοντας τον εαυτό του Χριστό. Και αυτό είναι στην πραγματικότητα βλασφημία…».

Επομένως στον άλλο που πάσχει βλέπω τον Χριστό και τον βοηθάω. Αυτός είναι ο λόγος που τον συμπονώ και ενεργώ αγαπητικά. Όχι επειδή γενικά είναι καλό να βοηθάμε τους πάσχοντες. Πίσω από τον φτωχό, τον άρρωστο, τον φυλακισμένο βρίσκεται ο Χριστός. Και αυτό βεβαιώνει πως η ορθόδοξη πίστη δεν είναι ένα ιδεολόγημα, ούτε μία φιλανθρωπική ιδέα, ούτε μία διακήρυξη βγαλμένη από τα σπλάγχνα του άθεου διαφωτισμού, αλλά η Αποκάλυψη του Θεού στον άνθρωπο που πάσχει, που πονά, που υποφέρει και ως άλλος «ξένος και αλήτης» (φράση που χρησιμοποιεί ο ιερός Χρυσόστομος για τον Χριστό) θέλει να σωθεί.

Η ευαγγελική περικοπή αναδεικνύει την ομορφιά του ορθόδοξου ανθρωπισμού που στην ουσία αποτελεί έναν ανθρωπισμό εγκεντρισμένο στο Θεανδρικό Πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Μεταξύ του ευρωπαϊκού ανθρωπισμού και του ορθόδοξου οι διαφορές είναι τεράστιες και αγεφύρωτες. Και οι δύο αναφέρονται στον άνθρωπο, αλλά η ανθρωπολογική τους θεώρηση έγκειται στο πως τον βλέπουν. Αλλιώς είδε τον άνθρωπο ο Διαφωτισμός, αλλιώς τα φιλοσοφικά ρεύματα, αλλιώς οι κοινωνικές θεωρίες κ.ο.κ.

Ο ανθρωπισμός δημιουργεί ανθρωπιστικά ιδεώδη και αξίες (ελευθερία, αγάπη, δικαιοσύνη, ειρήνη, μόρφωση, δημοκρατία, σεβασμός) και γεννά ανθρώπους ικανούς, δίκαιους, μορφωμένους. Ο ορθόδοξος ανθρωπισμός γεννά αγίους. Βλέπει τον Χριστό στο πρόσωπο όλων των πασχόντων συνανθρώπων και χωρίς να τους ξεχωρίζει, τους διακονεί. Δεν αρκεί «να επιλέγεις το καλό» όπως έλεγε ο Θαλής ο Μιλήσιος, αλλά να εμβαπτίζεις το καλό, τη δικαιοσύνη, τη σωτηρία, την αγάπη, την ελευθερία στο Όνομα του Τριαδικού Θεού.

Αυτός ο «άλλος», ο «διαφορετικός», ο «ξένος» δεν είναι άλλος από τον Χριστό. Είναι ένα πρόσωπο ενταγμένο στην ελευθερία που έδωσε ο Δημιουργός Θεός στο δημιούργημα του. Είναι ένας διαφορετικός από εμένα που με έχει ανάγκη. Και με έχει ανάγκη επειδή πεινάει, διψάει, νοσεί σωματικά, ψυχικά και δεν έχει να μείνει κάπου αλλά είναι άστεγος. Αυτός είμαι εγώ και γίνομαι εγώ. Όπως κι εκείνος είναι εγώ και είναι ο Ίδιος ο Χριστός.

Για την οικείωση της ετερότητας στον δικό μου εαυτό, θα μας υπενθυμίσει ο Levinas ότι «αυτός ο Άλλος δεν είναι απλώς ένα ακόμα ‘’Εγώ’’, το οποίο δεν είναι ακριβώς όπως το δικό μου Εγώ, αλλά είναι αυτό που είναι απόλυτα διαφορετικό, το απόλυτο άλλο». Και θα το δούμε και στους λόγους του Αποστόλου Παύλου: «Μην αμελήσετε να προσφέρετε φιλοξενία στους ξένους, γιατί έτσι κάποιοι έχουν υποδεχθεί αγγέλους χωρίς να το γνωρίζουν» (Εβρ. 13,2). Μία ακόμη αναφορά αυτής της οικείωσης, συναντάται στο καταπληκτικό δοξαστικό του Μ. Σαββάτου (Γεωργίου Ακροπολίτου, ήχος πλ. α΄), όπου δεν γίνεται απλά μία αναφορά στο δόσιμο προς τον ξένο (δός τ ξέν), αλλά η οικείωση – πρόσληψη του σε μένα (δός μοι τοῦτον τὸν ξένον).

Εκείνο που προκαλεί εντύπωση στην ευαγγελική περικοπή είναι το γεγονός ότι ο Χριστός στην περικοπή του Ευαγγελίου δεν ρώτησε τους αμαρτωλούς, ούτε τους δίκαιους ποιες είναι οι πεποιθήσεις τους ή οι λατρευτικές τους συνήθειες, πως ντύνονται, πως ζούνε, που ζούνε, αν νηστεύουν, αν κάνουν μετάνοιες, αν προσεύχονται.

Δεν είναι περίεργο αυτή η περικοπή που αποτελεί την πεμπτουσία των κριτηρίων σωτηρίας του ανθρώπου, να αναφέρεται στις πιο «εύκολες» ενέργειες που μπορεί να πράξει ο άνθρωπος για τη σωτηρία της ψυχής του; Που είναι το γράμμα του νόμου; Που είναι οι τυπικές διατάξεις; Που είναι η τυπολατρία; Που είναι τα «πρέπει»; Που είναι τα «απαγορεύεται»; Που είναι η τιμωρία; Που είναι όλες αυτές οι δικαιακές πράξεις νομικού χαρακτήρα που πρέπει να εφαρμόσει ο άνθρωπος για να σωθεί; Πουθενά. Μπροστά στο πνεύμα του νόμου και της πίστης που σώζει γίνονται σκόνη και σκορπάνε στον αέρα του ανένταχτου.

Ο ανένταχτος Χριστός εστιάζει στην απλότητα. Αναδεικνύει διά των λόγων Του την αγάπη ως μείζων διάθεση της ψυχής, ως άγια ευαισθησία, ως ανένταχτη ενέργεια. Και δεν ζητάει περισσότερα. Προσέξτε τι γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «Δεν είπε ήμουν στη φυλακή και με απελευθερώσατε, ήμουν άρρωστος και με θεραπεύσατε∙ αλλά ἐπισκέψασθέ με ἤλθατε πρός με». Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μας βοηθάει να καταλάβουμε γιατί ο Χριστός στην περικοπή αυτή μνημόνευσε την ελεημοσύνη ως το βασικό κριτήριο στη σωτηρία του ανθρώπου. Γράφει λοιπόν: «…διότι πρέπει και αυτήν, ως δείγμα και καρπό της αγάπης, να την έχει σαν κεφαλή που υπέρκειται όλων των άλλων αρετών αυτός που πρόκειται να κληρονομήσει την αΐδια εκείνη βασιλεία».

Το στοιχείο που διαπνέει όλη την ευαγγελική περικοπή είναι η αγάπη. Η αγάπη συνδέει τον άνθρωπο με τον συνάνθρωπο και με τον Θεό. Αγαπά τον άλλον σημαίνει ότι πράττω όπως ο Χριστός. Τον διακονώ, δηλαδή τον περιθάλπω, τον φροντίζω, του δίνω να φάει, τον φιλοξενώ, στέκομαι στις δοκιμασίες του, τον περιποιούμαι, τον επισκέπτομαι πίσω από τα βαριά σίδερα της φυλακής και του στέκομαι όχι υπαρξιακά, αλλά κενωτικά. Αν δεν υπάρχει όμως αγάπη; Τότε είμαι «βεβλαμμένος κατά νοῦν» κατά τον όσιο Εφραίμ Σύρο ή άνθρωπος των «κεκλεισμένων θυρών» κατά τον Sartre.

Το ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής των Απόκρεω είναι ό,τι πιο ανατρεπτικό θα μπορούσε να γραφτεί και ειπωθεί για τη σωτηρία του ανθρώπου. Εκεί που θα περίμενε κάποιος να μιλήσει ο Χριστός για νηστεία, προσευχές, μετάνοιες, κ.ο.κ., διαβάζει ότι η σωτηρία της ψυχής περνάει μέσα από την αγάπη και γίνεται ελεημοσύνη και φιλανθρωπία. Ο Χριστός στο κατεξοχήν κείμενο που αναφέρεται στο πως θα κρίνει την ανθρωπότητα, δίνει γροθιά τους τύπους και αναδεικνύει την ελευθερία του πνεύματος και όχι τη δουλεία στο πνεύμα, ήτοι στο γράμμα του νόμου.

Ο χριστός αυτός ο «ξένος» και «αλήτης» όπως τον λέει ο ιερός Χρυσόστομος δεν εντάχτηκε ποτέ σε κύκλους, δεν διακόνησε ποτέ τους εκλεκτούς, αλλά υπήρξε ανένταχτος, αντιρρησίας κοσμικής συνείδησης και αναρχικός ενάντια στην εξουσία του διαβόλου και του αλλοτριωτικού πνεύματος της εποχής του. Το ίδιο θα έπραττε και σήμερα. Και θα δίδασκε όπως και τότε, ότι η ψυχή σώζεται όταν αγαπήσουμε τον Θεό με όλη μας την ψυχή και διάνοια, και τον συνάνθρωπο μας όπως τον εαυτό μας. Σίγουρα θα ξαναέκανε την επανάσταση του ενάντια στην κοσμική νοοτροπία και στις καθεστηκυίες αντιλήψεις.

Ο Χριστός όπως διαβάζουμε στην ευαγγελική περικοπή εστίασε στην αγάπη προς τον συνάνθρωπο και έτσι έδειξε το Έλεος Του. Δεν επικεντρώνει στο αν εσύ φοράς κοντές φούστες ή μίνι. Αν έχεις χτυπήσει tattoo ή henna στο πόδι. Αν ακούς βυζαντινή μουσική ή metal. Αν έχεις κάνει piercing σε σημείο του σώματος σου. Αν έχεις κάνει σχέση εκτός γάμου. Αν σου αρέσει να ζεις άσωτα. Αν πουλάς το σώμα σου. Αν παίρνεις ναρκωτικά. Αν δεν νηστεύεις τις ημέρες της νηστείας, πόσο μάλλον δε αν τρως λάδι κατά τις ημέρες αυτές. Αν δεν προσεύχεσαι και εκκλησιάζεσαι. Αν δεν κάνεις καθημερινά μετάνοιες. Αν δεν συμμετέχεις στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. Δεν μίλησε για όλα αυτά στο ευαγγέλιο της Κυριακής τον Απόκρεω.

Ρώτησε απλά αν αγαπάς τον άλλον και αν έδειξες αυτή σου την αγάπη. Αν προσπάθησες να τον συμπονέσεις και βοηθήσεις και όχι αν τα κατάφερες τελικά, δείχνοντας πως η σωτηρία περνάει μέσα από την αγάπη προς τον άλλον. Αγάπη που δεν είναι αφηρημένη και απροσδιόριστη, ούτε νοείται ως αρετή ή ύψιστο αγαθό, αλλά έχει αρχή και τέλος τον Θεάνθρωπο.

                                                                                               

 

Ηρακλής Φίλιος

Array

 

Δείτε όλα τα βίντεο στο WEBTV του trikalaola.grClick στην TV
Συγκεντρωμένα όλα ΕΔΩ